Περί Βλάχικης καταγωγής – Άρθρο της Μαρίας Τσέλιγκα
Πολλοί πιστεύουν ότι η Βλάχικη φυλή έχει τις ρίζες της στη Ρουμανία. Και να μην πάω μακριά και εγώ η ίδια αυτό πίστευα μέχρι πριν λίγο καιρό.
Πολλοί πιστεύουν ότι η Βλάχικη φυλή έχει τις ρίζες της στη Ρουμανία. Και να μην πάω μακριά και εγώ η ίδια αυτό πίστευα μέχρι πριν λίγο καιρό.
Πολλοί πιστεύουν ότι η Βλάχικη φυλή έχει τις ρίζες της στη Ρουμανία. Και να μην πάω μακριά και εγώ η ίδια αυτό πίστευα μέχρι πριν λίγο καιρό.
Έτσι μου είπανε, δεν έτυχε να το ψάξω ποτέ και πήγε λέγοντας. Σε πρόσφατη συζήτηση μάλιστα, ένας φίλος ισχυρίστηκε ότι ακόμη και σήμερα ένας Βλάχος μπορεί να συνεννοηθεί με έναν Ρουμάνο, χρησιμοποιώντας ο καθένας τη δική του “γλώσσα”. Βέβαια, η πραγματικότητα δεν είναι αυτή κι ας υπάρχουν πολλές ομοιότητες ανάμεσα στη ρουμανική γλώσσα και στη βλάχικη διάλεκτο. Αλλά ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή.
Τα λατινικά (απ’ όπου φιλτραρίστηκε η ρουμανική), τα ελληνικά αλλά και σχεδόν όλες οι γλώσσες της Ευρώπης σημειώνουν την καταγωγή τους στην κοινή (= γλώσσα) ινδοευρωπαϊκή. Στο σημείο αυτό όμως πρέπει να καταλάβουμε ότι αν και οι ινδοευρωπαϊκές γλώσσες κατάγονται από την κοινή ινδοευρωπαϊκή, αυτό δε σημαίνει ότι και οι λαοί που μιλάνε αυτές τις γλώσσες κατάγονται από τον λαό που μιλούσε την κοινή ινδοευρωπαϊκή. Στη διάρκεια της Ιστορίας οι λαοί του κόσμου αναμιγνύονταν αδιάκοπα ο ένας με τον άλλον, με αποτέλεσμα πολλές φορές να αφήνουν τις δικές τους διαλέκτους ή γλώσσες και να υιοθετούν άλλες. Επομένως δεν υπάρχει αναγκαστικά σύνδεση μεταξύ γλώσσας και φυλής. Η γλώσσα ανήκει στην εκπολιτιστική κληρονομιά ενός λαού, ενώ η φυλή ανήκει στη φυσιολογική του σύσταση, που παρ’ όλες τις επιφανειακές παραλλαγές, είναι βασικά η ίδια σε όλους τους λαούς. Έτσι και στην περίπτωσή μας, η κουτσοβλαχική μπορεί να έχει γλωσσικές ομοιότητες με τα ρουμάνικα αλλά η μεταξύ τους σχέση δεν είναι “μητρική” αλλά “αδερφική”, δηλ. η κουτσοβλαχική δεν αποτελεί διάλεκτο (κόρη) της Ρουμανικής αλλά είναι ένα από τα παιδιά της Βαλκανικής Λατινικής όπως είναι η Ρουμανική, αλλά και η Ιταλική, η Γαλλική, η Ισπανική και η Πορτογαλική.
Άλλωστε, οι σχέσεις της Κουτσοβλαχικής με την Ελληνική είναι μακρόχρονες και βαθιές. Η επίδραση της Ελληνικής στην Κουτσοβλαχική είναι ισχυρότερη από κάθε άλλη βαλκανική γλώσσα σε επίπεδο φωνητικό και λεξιλογικό. Επιπλέον, η αρχαΐκότητα που παρουσιάζει η κουτσοβλαχική σε σχέση με τη ρουμανική δεν οφείλεται στη βραδεία εξέλιξή της, όπως ερμηνεύτηκε με κάποια σκοπιμότητα, αλλά στην αμεσότερη σχέση της με τη λαϊκή Λατινική (είναι η εποχή που η Λατινική γλώσσα μεταφέρεται στα Βαλκάνια μέσω των Ρωμαίων στρατιωτών κατά τη Ρωμαϊκή κυριαρχία και δημιουργούνται τα τέσσερα νεολατινικά ιδιώματα ένα εκ των οποίων η βλάχικη διάλεκτος). Και μιας και μιλάμε για σκοπιμότητα, πέρα από την γλωσσολογική προσέγγιση που μας βοηθά να αποσαφηνίσουμε το πρόβλημα, σημειωτέα είναι και η από πολιτικής σκοπιάς εκτίμηση του ζητήματος, όπως αναφέρει ο Ευάγγ. Αβέρωφ σε σχετικό βιβλίο του, για την ίδρυση του “Μακεδονο-Ρουμανικού Κομιτάτου”, στο Βουκουρέστι το έτος του 1860. Τότε λοιπόν, ξεκινάει και η σχετική προπαγάνδα από την πλευρά των Ρουμάνων, οι οποίοι με σωρεία προπαγανδιστικών δημοσιευμάτων, γνωστοποιούν ξαφνικά ότι “ανακάλυψαν” τους “αδερφούς” (ή μήπως “ομογενείς”;) τους στη Νότια Βαλκανική (που δεν είναι άλλη από τη Βλάχικη δική μας φυλή…).
Εν κατακλείδι, θα ήθελα να τονίσω ότι οι βλάχοι παραμένουν αυτόχθονες ελληνικής καταγωγής που οι ρίζες τους χάνονται στο μακρινό ορίζοντα των αιώνων και ουδέποτε αυτονομάζονταν Ρουμάνοι, για τον απλό λόγο ότι ο όρος Ρουμανία είναι νεολογισμός του 19ου αιώνα. Είναι δε, πολύ σημαντικό να μη ξεχνάμε τις ρίζες μας και την ταυτότητά μας γιατί είναι το εισιτήριο στην πολιτισμική ευημερία και ιστορική συνέχεια του λαού μας.
Μαρία Τσέλιγκα
Βιβλιογραφία
G. Thomson, Η ελληνική Γλώσσα. Αρχαία και Νέα, Αθήνα, εκδ. Κέδρος, 1989.
A.J.B Wace – M.S. Thompson, Οι νομάδες των Βαλκανίων. Περιγραφή της ζωής και των εθίμων των Βλάχων της βόρειας Πίνδου, Θεσσαλονίκη, εκδ. Αφοί Κυριακίδη, 1989.
Ευάγγ. Αβέρωφ, Η πολιτική πλευρά του Κουτσοβλαχικού Ζητήματος, Αθήνα 1948.
Αχ. Γ. Λαζάρου, Βλέψεις Ρουμανίας και ελληνικότητα Βλάχων-Αρωμούνων, Ιωάννινα 1986.
Αχ. Γ. Λαζάρου, Η Αρωμουνική και αι μετά της Ελληνικής σχέσεις αυτής, Αθήνα 1976.