Ηρακλής Αθ. Φίλιος: Για τη φωτοδοσία της, που έκανε το σκότος μέσα μου να λάμψει ως μεσημβρία!
Οι άνθρωποι, κάποιες στιγμές νιώθουμε ιδιαίτερα ευλογημένοι από τον εραστό Θεό.
Οι άνθρωποι, κάποιες στιγμές νιώθουμε ιδιαίτερα ευλογημένοι από τον εραστό Θεό.
Οι άνθρωποι, κάποιες στιγμές νιώθουμε ιδιαίτερα ευλογημένοι από τον εραστό Θεό.
Ομολογώ, και αποτελεί ισχυρή μου αίσθηση, πως κάποιες φορές σκανδαλωδώς μας ευεργετεί. Και είναι από εκείνες τις στιγμές, που μέσα από ένα συναίσθημα έλλειψης, διστάζουμε να αναφωνήσουμε οτιδήποτε κοιτάζοντας προς τον ουρανό.
Τα λόγια ανήμπορα, ενώπιον της εκστατικής πανδαισίας φθινοπωρινών ύμνων, που δοξολογούν τον Θεό, αδυνατούν να βιώσουν την έκφραση. Χρωματίζουν όμως με ανεξίτηλα αγιοτόκα χρώματα την καρδιά. Καλλιεργούν με δοξαστική μυρσίνη χαριτωμένες ευωδίες, συνθέτοντας στο ψύχος του παρόντος καιρού εαρινές μυσταγωγίες, γεννημένες στο θυμιατήρι θεϊκής πνοής.
Μυστικοί πόθοι σαρκώνονται, ελπίδες εμβαπτίζονται σε εύηχες μελωδίες και η καρδιά σμιλεύεται με καλλιτεχνία σε ήρεμες εναρμονίσεις με τη θεϊκή δόξα, αναδεικνύοντας την ομορφιά του Θεού.
Ευχαριστώ την γυναίκα, που με τη φωτοδοσία της, έκανε το σκότος μέσα μου να λάμψει ως μεσημβρία. Την γυναίκα που με όλα τα θεία χαρίσματα που ο Θεός της έδωσε, λάμπει κάθε μέρα, σε δύσκολες και εύκολες στιγμές. Στην προσωπική μου έμπνευση, στην εύλαλη σιωπή της, στον όμορφο της χαρακτήρα, στην συνεπαρμένη της ηρεμία, στην αγνότητα των ματιών της, στη δυναμικότητα των λόγων της, στην προσευχητική της ικεσία.
Στην ωραία Ελένη την οποία ο Όμηρος εξύμνησε, καθώς και σήμερα θα της έγραφε «οὐ νέμεσις Τρῶας καί ἐϋκνήμιδας Ἀχαιούς τοιῇδ᾽ ἀμφί γυναικί πολύν χρόνον ἄλγεα πάσχειν· αἰνῶς ἀθανάτῃσι θεῇς εἰς ὦπα ἔοικεν» (Ιλιάδα Γ, 156 – 8). Στην Ελένη, για την οποία το Άσμα Ασμάτων, χωρίς δισταγμό και κόντρα στον ανέραστο ηθικισμό και ευσεβισμό της εποχής, θα έγραφε «ὡς σπαρτίον τό κόκκινον χείλη σου, καί ἡ λαλιά σου ὡραία, ὡς λέπυρον ῥοᾶς μῆλόν σου ἐκτός τῆς σιωπήσεώς σου». Ευχαριστώ τη γυναίκα, που κάναμε μαζί το πρώτο βήμα, στους αρραβώνες μας. Ευχαριστώ τη γυναίκα, που μαζί βαδίζουμε την οδό που αγαπάμε, στα ερχόμενα όμορφα μονοπάτια.
Ελένη μου, μοιράζομαι με ανθρώπους, που μας αγαπούν αυτές τις στιγμές. Δοξάζω τον άγιο Θεό για τα δύο μεγαλύτερα δώρα της ζωής μου. Τη γέννηση μου κι εσένα. Αφιερώνω στην αγάπη σου, στο κάλλος του προσώπου σου και στην ομορφιά της ψυχής σου, τα τελευταία λόγια με τα οποία κλείνει μία επιστολή (ποίημα) του προς την Ολυμπιάδα ο άγιος Γρηγόριος Θεολόγος, μιας και δεν κατάφερε να παρευρεθεί στο γάμο της, και την οποία της στέλνει την επιστολή ως δώρο: «Αυτό τώρα το παρόν δώρο, κειμήλιο σου προσφέρω. Αν θέλεις πάλι να σου ευχηθώ και το καλύτερο, σου εύχομαι να γίνεις αμπέλι πολύκαρπο… για να δοξάζεται από περισσότερους ο Θεός, για τον Οποίο γεννιόμαστε και προς τον Οποίο πρέπει απ’ αυτή τη ζωή να οδεύουμε».
Ηρακλής Αθ. Φίλιος