Ηρακλής Φίλιος: Για να κατακρίνει την αμαρτία στη δική του σάρκα
Τα παραπάνω λόγια κοσμούν την ευχή Αναφοράς της Θείας Λειτουργίας του Μ. Βασιλείου,
Τα παραπάνω λόγια κοσμούν την ευχή Αναφοράς της Θείας Λειτουργίας του Μ. Βασιλείου,
Τα παραπάνω λόγια κοσμούν την ευχή Αναφοράς της Θείας Λειτουργίας του Μ. Βασιλείου, που αποτελεί ένα επαναστατικό κομμάτι για την εν γένει ανθρωπολογία, με προεκτάσεις σωτηριολογικές.
Όταν ο Θεός δημιούργησε τον άνθρωπο, τον έπλασε ως «ὁμοίωμα τῆς θείας βασιλείας», κατά Γρηγόριο Νύσσης. Ο Μάξιμος Ομολογητής, κινούμενος στην ίδια σκέψη, θα σημειώσει πως «ἐκ Θεοῦ τό θεοί εἶναι λαβόντες». Δεν έπλασε ο Θεός τον άνθρωπο με αδιάφορο τρόπο, αλλά τον έκανε δική Του εικόνα. Υπάρχει μεγαλύτερη τιμή από αυτό; Έχουμε το «είναι» μας από τον Θεό, λέει ο Μάξιμος.
Ο άνθρωπος πλάστηκε κατ’ εικόνα και καθ’ ομοίωση του Θεού (Γεν. 1, 26). Επέλεξε ελεύθερα να μην αναφέρει την ύπαρξη του στον Θεό και διέκοψε τη σχέση μαζί Του. Τί είναι εκείνο που τον οδήγησε σ’ αυτή τη στάση; Η φιλαυτία, κατά Μάξιμο Ομολογητή, το ότι δηλαδή έγινε «αυτοείδωλο» όπως θα γράψει στον Μ. Κανόνα ο Ανδρέας Κρήτης. Αυτή η επανάσταση του ανθρώπου κατά του Θεού έφερε τη ρήξη. Είχε συνέπειες. Οντολογικές συνέπειες. Από κοινωνός της θείας χάριτος, έγινε κοινωνός της φθοράς, του πόνου, του θανάτου. Έχασε, προσωρινά όμως, τη δυνατότητα της αδιάκοπης σχέσης με τον Θεό.
Ο άνθρωπος αμάρτησε. Η θεώρηση της αμαρτίας στη Δύση, δεν ξεκινάει από την ίδια αφετηρία, από την οποία ξεκινάνε οι Πατέρες της εκκλησίας. Αυτό είναι πολύ σημαντικό. Αμάρτησες, σου λέει η Δύση; Είσαι ένοχος ενώπιον του Θεού και πρέπει να τιμωρηθείς. Γι’ αυτό και ο Λούθηρος έλεγε πως «κάποιος πρέπει να τσακιστεί από την οργή του Θεού». Η Δύση είδε με νομικούς όρους την παράβαση. Αντίθετα, η αμαρτία για τον Νύσσης είναι «αλλοτρίωση από τον Θεό». «Ασθένεια» την ονομάζει ο Μάξιμος Ομολογητής κι εκείνο που χρειάζεται για τον ίδιο είναι η συγχώρηση και όχι η τιμωρία. Η τιμωρία είναι αναπόσπαστο κομμάτι του Αυγουστίνου, του Λούθηρου, του Άνσελμου. Από την άλλη, πουθενά δεν θα βρείτε να μιλάνε οι Πατέρες για καταδίκη, τιμωρία, ενοχές.
Έρχεται, λοιπόν, η Δύση, καταδικάζει τον άνθρωπο για την πτώση του και τί μας λέει; Το κατ’ εικόνα καταστράφηκε με την αμαρτία. Ο Λούθηρος θα πει πως ο άνθρωπος από εικόνα Θεού έγινε «εικόνα διαβόλου» και θα κάνει λόγο για πλήρη διεφθαρμένη φύση. Όχι, θα πει ο Γρηγόριος Παλαμάς, ο άνθρωπος μπορεί να ελπίζει, δεν καταστράφηκε το κατ’ εικόνα, αλλά «εκείνο που έχασε ο άνθρωπος ήταν το καθ’ ομοίωση». Το κατ’ εικόνα αμαυρώθηκε, δεν καταστράφηκε, λένε οι Πατέρες. Δεν είναι μόνο κακός μετά την πτώση και πάει τελείωσε. «Τό δέ τρεπτόν τῆς φύσεως ἡμῶν οὐδέ ἐν τῷ κακῷ πάγιον μένει… Μή γάρ προϊούσης κακίας ἐπί τό ἀόριστον», ομολογεί ο Νύσσης.
Γεννάται όμως ένα ερώτημα; Τί είναι εκείνο που εκπίπτει; Η φύση ή η προαίρεση; Η δυτική θεολογία, διά στόματος Αυγουστίνου, είναι ξεκάθαρη: Ο άνθρωπος σαν πρόσωπο εκπίπτει. Κάτι τέτοιο, οδήγησε στην ενοχοποίηση της φύσης (π.χ. στο θέμα της σεξουαλικότητας). Οι Πατέρες δεν κάνουν λόγο για πτώση του προσώπου αλλά της προαίρεσης. Το βλέπουμε αυτό στον Μάξιμο Ομολογητή. Ακόμη και ο Δίδυμος Αλεξανδρεύς, σημειώνει πως «κανένας δεν είναι κατ’ ουσία κακός, αλλά κατά προαίρεση». Δεν πάσχει το πρόσωπο, η προαίρεση πάσχει γιατί την πηγαίνω προς το μη αγαθό.
«Να κατακρίνει την αμαρτία στη δική του σάρκα». Φοβερός λόγος. Βάθος αμέτρητης ταπείνωσης, υπαρξιακός σεισμός, ακατανόητη αγάπη! Ήταν υποχρεωμένος να μας σώσει ο Χριστός; Όχι. Από αγάπη το έπραξε. Δεν θα μπορούσε να μας σώσει με άλλον τρόπο; Έπρεπε να πάθει όσα έπαθε; Φυσικά και θα μπορούσε με οποιονδήποτε τρόπο να μας σώσει από την καταδίκη του θανάτου και τη δουλειά του διαβόλου. Θεός είναι. Αφού όμως η αμαρτία προσέβαλε τον όλο άνθρωπο, ακόμη και τη σάρκα του, ο Χριστός κατέκρινε την αμαρτία στη δική Του σάρκα, έβαλε τέλος στην εξουσιαστική δύναμης της αμαρτίας μέσα από τη δική Του σταύρωση. Αλλά δεν έμεινε στον Σταυρό, κάτι που υπερτονίζει η Δύση. Αναστήθηκε!
Υπάρχει μία προβληματική πάνω στο θέμα της σωτηρίας, που συνδέεται με τη σταύρωση∙ προβληματική που συναντάται στη θεολογία της Δύσης. Στη Δύση, τον 11ο αιώνα αναπτύχθηκε η θεωρία περί «ικανοποιήσεως της θείας δικαιοσύνης» (satisfactio) από τον Άνσελμο Καντερβουρίας και η οποία επηρέασε ολοκληρωτικά τη σκέψη της δυτικής χριστιανοσύνης. Ο Άνσελμος θα υποστηρίξει πως η σταύρωση του Χριστού υπήρξε αναγκαία και πως κάποιος έπρεπε να πληρώσει για την προσβολή που δέχτηκε ο Θεός, ώστε να ικανοποιηθεί ο Ίδιος. Έπρεπε κάποιος να πληρώσει το τίμημα της ανθρώπινης πτώσης. Ο άνθρωπος αμάρτησε. Προσέβαλε τον Θεό και η προσβολή είναι πολύ μεγάλη, ανάλογη δηλαδή με το μέγεθος εκείνου που προσεβλήθη. Επομένως, κάποιος τόσο μεγάλος πρέπει να πληρώσει με το θάνατο του, και αυτός είναι ο Θεάνθρωπος, ο Υιός του Θεού. Μ’ αυτόν τον τρόπο θα αποκατασταθεί η τιμή του Θεού, μέσα από την απόδοση δικαιοσύνης. Δεν υπάρχει άλλος δρόμος εκτός από τη σταύρωση για τον Λούθηρο.
Το θεολογικό όμως πνεύμα της Δύσης, ερμήνευσε με όρους δικαιϊκής τάξης τη σωτηρία. Ο Άνσελμος υιοθέτησε το αξίωμα «ικανοποίηση ή τιμωρία» (satisfactio aut poena). Δεν τον ένοιαζε η σωτηρία του ανθρωπίνου γένους αλλά η αποκατάσταση μιας αδικίας που συντελεστεί. Και αυτή η αδικία είναι η προσβολή που δέχτηκε ο Θεός από την πτώση του ανθρώπου. Δεν υπάρχει φιλανθρωπία στον Άνσελμο, δεν υπάρχει έλεος, όπως στους Πατέρες. Υπάρχει καταδίκη και, οπωσδήποτε, αναγκαστικός θάνατος πάνω στον Σταυρό. Η δικαιοσύνη, με τη νομική της εκδοχή, παίρνει τη θέση της σωτηρίας. Ο Αυγουστίνος, εξάλλου, το είχε πει πολύ νωρίτερα, ότι ο διάβολος δεν κατατροπώθηκε με τη δύναμη του Θεού αλλά με τη δικαιοσύνη. Πού να σκεφτεί, λοιπόν, ο Άνσλεμος πως η σταυρική θυσία και η ανάσταση είχαν οντολογικές συνέπειες για τη σωτηρία του ανθρώπου;
Ο Χριστός με τον θάνατο Του πάτησε τον θάνατο. Δεν σταυρώθηκε για να τιμωρηθεί ο άνθρωπος και να ικανοποιηθεί ο Θεός. Με τη θυσία Του κατήργησε την αμαρτία (Εβρ. 9, 27) και πήρε πάνω Του τις αμαρτίες πολλών (Εβρ. 9, 28). Αυτή η θυσία δεν έχει καμία σχέση με το νομικισμό της Δύσης. Δείχνει στον άνθρωπο την αγάπη του Θεού που δεν έχει τέλος. Τόσο ατελείωτη, ώστε «κατακρῖναι τήν ἁμαρτίαν ἐν τῇ σαρκί αὐτοῦ, ἵνα οἱ ἐν τῷ Ἀδάμ ἀποθνήσκοντες, ζωοποιηθῶσιν ἐν αὐτῷ τῷ Χριστῷ σου».
Ηρακλής Αθ. Φίλιος
Βαλκανιολόγος, Θεολόγος