Ηλεκτρονικά καταστήματα: Σωτήρια λύση για τους πρακτικούς και τους… βιαστικούς
Κάθε νέο επίτευγμα που έρχεται στη ζωή μας έχει στόχο να τη διευκολύνει, να μας δώσει εναλλακτικές και να μας γλιτώσει χρόνο και κόπο. Για παράδειγμα, οι ηλεκτρονικές τραπεζικές συναλλαγές περιόρισαν κατά πολύ τη φυσική μας παρουσία στις τράπεζες και μας απάλλαξαν από πολλές χαμένες ώρες αναμονής στις ουρές και στα γκισέ των υποκαταστημάτων. Αντίστοιχα, η παρουσία των ταχυφαγείων έδωσε λύση στις διατροφικές ανάγκες των κατοίκων στις μεγαλουπόλεις, όπου οι φρενήρεις ρυθμοί ζωής κατέστησαν πολυτέλεια ακόμα και το… φαγητό μέσα σε ένα χρονικά ασφυκτικό καθημερινό πρόγραμμα.
Βάσει αυτής της λογικής προέκυψαν και τα ηλεκτρονικά καταστήματα, τα γνωστά e-shops, που αποτελούν το σύγχρονο πρόσωπο του εμπορίου και έχουν έντονα ανοδική τάση στις προτιμήσεις των καταναλωτών. Για αρκετούς από αυτούς, μάλιστα, η πρώτη γνωριμία με το ηλεκτρονικό εμπόριο έγινε την περίοδο του lockdown, όταν δεν μπορούσαν να προμηθευθούν προϊόντα από τα φυσικά καταστήματα. Άλλοι πάλι ήταν ήδη εξοικειωμένοι με τις νέες τεχνολογίες και πραγματοποιούσαν τις αγορές τους διαδικτυακά εδώ και πολλά χρόνια, ειδικά οι νεότεροι και όσοι επαγγελματικά βρίσκονταν κοντά στην πληροφορική.
Στο πέρασμα του χρόνου η κατασκευή ιστοσελίδων για ξενοδοχεία, καταστήματα κλπ που υπάρχουν στο Διαδίκτυο βελτιώθηκαν κατά πολύ και εμφανίστηκαν και νέες, αρκετές από τις οποίες ανήκουν σε νεοφυείς επιχειρήσεις που κάνουν τα πρώτα τους βήματα στο ψηφιακό εμπόριο. Αυτές οι ιστοσελίδες λειτουργούν ποικιλότροπα, τόσο ως μέσο προβολής και παρουσίασης όσο και ως πλατφόρμα εμπορικών συναλλαγών. Ο καταναλωτής, δηλαδή, μπορεί να δει όλο το φάσμα των προϊόντων που τον ενδιαφέρουν, να επιλέξει αυτό που προτιμά, αλλά και να το αγοράσει διαδικτυακά. Από εκεί και πέρα, όλα τα άλλα τα αναλαμβάνει η επιχείρηση, που παραδίδει το προϊόν στο σπίτι του πελάτη.
Οι αγορές μέσω Διαδικτύου είναι εξαιρετικά χρήσιμες για όσους θέλουν να αγοράσουν κάτι γρήγορα, γνωρίζουν ήδη την ποιότητα των προϊόντων και κάνουν συναλλαγές βάσει πρακτικών αναγκών. Για παράδειγμα, μια εκτυπωτική εταιρεία που συνεργάζεται σε μόνιμη βάση με μια επιχείρηση που εμπορεύεται αναλώσιμα για υπολογιστές είναι φυσικό να κάνει διαδικτυακά τις παραγγελίες της και να μη δαπανά χρόνο επιλέγοντας ήδη γνωστά προϊόντα στα φυσικά της καταστήματα.
Για τις εταιρείες που φτιάχνουν eshop όμως, το μεγάλο όπλο των ηλεκτρονικών καταστημάτων είναι βέβαια η διαδικτυακή διαφήμιση, αφού με πολύ μικρότερο κόστος από αυτό που θα απαιτούσε μια τηλεοπτική διαφήμιση ή μια ρεκλάμα στον Τύπο μπορούν να προβάλουν τα εμπορεύματά τους σε πολλούς αποδέκτες, καθώς οι χρήστες του Διαδικτύου αποτελούν πια τη συντριπτική πλειονότητα του πληθυσμού.
Δύο βασικές παράμετροι που λαμβάνονται υπ’ όψιν από τους διαφημιστές είναι η προσπάθεια για βελτίωση των επιδόσεων των ιστοσελίδων στις μηχανές αναζήτησης (τις «ψαχτικές» μηχανές, όπως λέγονται στην αργκό των ειδικών της πληροφορικής), μια διαδικασία που είναι γνωστή ως SEO (Search Engine Optimization), που ξεκινάει με την καταχώρηση της επιχείρησης στη Google, αλλά και η προσπάθεια για εξειδίκευση των διαφημίσεων στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, ώστε να φτάνουν στα μάτια εκείνων που θα ενδιαφερθούν περισσότερο, ανάλογα με τις προτιμήσεις τους. Π.χ., είναι γνωστό ότι το επαγγελματικό προφίλ στο instagram είναι ο πιο αποτελεσματικότερος δίαυλος για να γνωστοποιήσει κάποιος τη δουλειά του αν αυτή έχει σχέση με τη μόδα.
Στο μέλλον φαίνεται πως οι περισσότερες εμπορικές συναλλαγές, αν όχι όλες, θα περνούν μέσα από τους υπολογιστές, που σε συνεργασία με τα διαρκώς αναπτυσσόμενα social media αποτελούν το νέο δυναμικό πεδίο της επιχειρηματικότητας.